Τα πρώτα βήματα του Χριστού
Κατηγορίες
- 'Αγγελοι
- “Διακαινήσιμος” ἑβδομάδα
- Αγάπη
- Αγία Γραφή
- Αγία Ζωνη
- Αγία Τριάδα
- Αγιασμός
- Άγιο Πάσχα
- Άγιο Πνεύμα
- Άγιο Φως
- Άγιοι
- Άγιοι Προστάτες
- Άγιον Όρος
- Αγιορειτικές πρακτικές ιατρικές συνταγές
- Άγιος Βαλεντίνος
- Άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος
- Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός
- Άγιος Νεκτάριος
- Άγιος Παναγής Μπασιάς
- Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης
- Άγιος Χαράλαμπος
- Άγχος
- Ακολουθίες-Ώρες
- Αμαρτία
- Αμήν
- Ανάδοχοι
- Ανακοινώσεις
- Ανταγωνισμός
- Αντίδωρο
- Απελπισία
- Απόκριες
- Απολυτίκια (Video)
- Απορίες
- Αποφθέγματα
- Αρετή
- Αρραβώνας
- Ασθένειες
- Αυτογνωσία
- Αυτοθυσία
- Αυτοκτονία
- Βάπτιση
- Βασκανία-Ξεμάτιασμα
- Βίοι Αγίων
- Γάμος
- Γέροντας Θαδδαίος
- Γεροντικόν
- Γέρων Νεκτάριος Καμάριζας
- Γέρων Παϊσιος
- Γνωμικά Αγίου Νεκταρίου
- Γονείς
- Γυνή
- Δαιμονισμός.
- Δάκρυ της Παναγίας
- Δάσκαλος
- Δέκα Εντολές
- Δεκαπενταύγουστος
- Δια Χριστόν Σαλοί
- Διαζύγιο
- Διάφορα
- Διδακτικές Ιστορίες
- Διδαχές
- Δοκιμασίες
- Εαυτός
- Εγωϊσμός
- Ειρήνη
- Ειρωνία
- Εκκλησία
- Εκκλησιασμός
- Εκτρώσεις.
- Ελευθερία
- Ελπίδα
- Εννιάμερα Παναγίας
- Εξομολόγηση
- Εξωσωματική Γονιμοποίηση
- Επιστολές Αγίου Νεκταρίου
- Εργασία
- Ευαγγέλιο Κυριακής
- Ευχή
- Η Συντέλεια του Κόσμου
- Θαύματα
- Θαύματα Αγίου Νεκταρίου
- Θεία Κοινωνία
- Θεία Χάρις
- Θεολογικά
- Θεός
- Θεοφάνεια
- Θλίψη
- Θυμός
- Ι.Μ.Ζωοδόχου Πηγής Ανθοχωρίου Μετσόβου
- Ιερές Εικόνες
- Ἱερεύς
- Ιεροί Κανόνες
- Ισότητα
- Ιστορικά
- Καμπάνα
- Καντήλι...
- Κάπνισμα
- Κάρτα του Πολίτη
- Καταβασίες Χριστουγέννων
- Κατάθλιψη
- Κατάκριση
- Καταλαλιά
- Κατηχητικό
- Κεκοιμημένοι
- Κλίμαξ
- Κόλλυβα
- Κολλυβάδες
- Κομποσκοίνι
- Κυριακή
- Κυριακή Βαϊων
- Κυριακή του Θωμά
- Λειτουργίες
- Λειτουργίες Μεγάλης Εβδομάδας
- Λεχώνες
- Λιβάνι
- Λογισμοί
- Μαγεία
- Μεγάλη Δευτέρα
- Μεγάλη Εβδομάδα
- Μεγάλη Παρασκευή
- Μεγάλη Πέμπτη
- Μεγάλη Σαρρακοστή
- Μεγάλη Τετάρτη
- Μεγάλη Τρίτη
- Μεγάλο Σάββατο
- Μεσοπεντηκοστή
- Μεταμόρφωση του Σωτήρος
- Μεταμόσχευση
- Μετάνοια
- Μοναχισμός
- Μυστήρια
- Μυστήριο Ευχελαίου
- Νέα Τάξη Πραγμάτων
- Νηστεία
- Νηστίσιμα Γλυκά
- Νηστίσιμα Φαγητά
- Ο Αόρατος Πόλεμος
- Ο Ιησούς Χριστός
- Οικογένεια
- Οικουμενισμός
- Ομιλίες
- Ονειρα
- Ορθοδοξία
- Ορθόδοξος Ναός
- Όρθος
- Παιδιά
- Παναγία
- Παρακλητικοί Κανόνες
- Πάσχα
- Πατερικά Κείμενα
- Πάχος
- Πεθερικά
- Πειρασμοί και Πάθη
- Πένθος
- Πεντηκοστή
- Περί Προσευχής
- Πίστη
- Πλάνη
- Πνευματικός αγώνας
- Ποιήματα
- Πολιτικός Γάμος
- Πονηρός
- Πόνος
- Πραγματικές Ιστορίες
- Προβληματισμοί
- Προηγιασμένες Λειτουργίες
- Προσευχές
- Προφητείες...
- Προφήτης Ηλίας
- Πρωτοχρονιά
- Σάββατο Λαζάρου
- Σαρκικές Επαφές
- Σοφία
- Σταυρός
- Συγχώρεση
- Συμβουλές
- Συνταγές (Μοναστηριακές)
- Σφράγισμα
- Τα 7 Θανάσιμα Αμαρτήματα και τα πάθη αυτών
- Τα ηλεκτρονικά βιβλία μας
- Ταινίες
- Τάματα
- Ταπείνωση
- Τελώνια
- Το Κερί.
- Τριώδιο
- Τσικνοπέμπτη
- Υγεία
- Υπακοή
- Υπερηφάνεια
- Υποκρισία
- Υπομονή
- Ύψωση Τίμιου Σταυρού
- Φανουρόπιτα
- Φιλία
- Φιλοκαλιά Ιερών Νηπτικών
- Φοβίες
- Φωτογραφίες
- Χαιρειτισμοί
- Χερουβικός Ύμνος
- Χριστιανικά Σύμβολα
- Χριστιανός
- Χριστούγεννα
- Ψαλμοί
- Ψέματα
- Ψυχή
- Ψυχοσάββατα
- Ωφέλιμα
- Internet
Βασιλική. Από το Blogger.
Καλώς Ήρθατε στο ιστολόγιο μας. Η προσπάθειά μας είναι μόνο προς Δόξαν Θεού..
Παρασκευή 9 Μαΐου 2014
Print PDF
Σ’ όλους, λοιπόν, τους φτωχούς και σ’ εκείνους που για οποιονδήποτε λόγο κακοπαθούν, οφείλουμε να δείχνουμε ευσπλαχνία, σύμφωνα με την εντολή: «Να μετέχετε στη χαρά όσων χαίρονται και στη λύπη όσων λυπούνται» (Ρωμ. 12:15). Και οφείλουμε να προσφέρουμε στους ανθρώπους, ως άνθρωποι κι εμείς, την εκδήλωση της καλοσύνης μας, όταν τη χρειάζονται, χτυπημένοι από κάποια συμφορά, λ.χ. χηρεία ή ορφάνια ή ξενητιά ή σκληρά αφεντικά ή άδικους άρχοντες ή άσπλαχνους φοροεισπράκτορες ή φονικούς ληστές ή άπληστους κλέφτες ή δήμευση περιουσίας ή ναυάγιο. Όλοι είναι αξιολύπητοι. Όλοι βλέπουν τα χέρια μας, όπως εμείς βλέπουμε τα χέρια του Θεού.
Τι θα κάνουμε, λοιπόν, εμείς που έχουμε τιμηθεί με το μεγάλο όνομα ‘’χριστιανοί’’ και αποτελούμε τον διαλεχτό και ξεχωριστό λαό, ο οποίος οφείλει να καταγίνεται σε καλά και σωτήρια έργα; Τι θα κάνουμε εμείς οι μαθητές του πράου και φιλάνθρωπου Ιησού, που σήκωσε τις αμαρτίες μας, ταπεινώθηκε, παίρνοντας την ανθρώπινη φύση μας, κι έγινε φτωχός, για να γίνουμε εμείς πλούσιοι με τη θεότητα; Τι θα κάνουμε, έχοντας μπροστά μας ένα τόσο μεγάλο υπόδειγμα ευσπλαχνίας και συμπάθειας; Θα παραβλέψουμε τους συνανθρώπους μας; Θα τους περιφρονήσουμε; Θα τους εγκαταλείψουμε; Κάθε άλλο, αδελφοί μου. Αυτά δεν ταιριάζουν σ’ εμάς, τους θρεμμένους από το Χριστό, τον καλό ποιμένα, που φέρνει πίσω το πλανεμένο πρόβατο και ψάχνει να βρει το χαμένο και στηρίζει το ασθενικό. Μα δεν ταιριάζουν ούτε στην ανθρώπινη φύση μας, που επιβάλλει τη συμπάθεια, αφού από την ίδια της την αδυναμία έμαθε την ευσέβεια και τη φιλανθρωπία.
Γιατί, μολαταύτα, δεν βοηθάμε τους συνανθρώπους μας, όσο είναι ακόμα καιρός; Γιατί εμείς ζούμε μέσα στην απόλαυση, ενώ οι αδελφοί μας μέσα στη δυστυχία; Ποτέ να μην πλουτίσω, αν αυτοί στερούνται! Ποτέ να μην έχω υγεία, αν δεν βάλω βάλσαμο στις πληγές τους! Ποτέ να μη χορτάσω, ποτέ να μην ντυθώ, ποτέ να μην ησυχάσω μέσα σε σπίτι, αν δεν τους δώσω ψωμί και ρούχα, όσα μπορώ, κι αν δεν τους ξεκουράσω μέσα στο σπίτι μου.
Ας τ’ αναθέσουμε όλα στο Χριστό, για να τον ακολουθήσουμε αληθινά, σηκώνοντας το σταυρό Του, για ν’ ανεβούμε στον επουράνιο κόσμο ανάλαφρα και άνετα, χωρίς τίποτα να μας τραβάει προς τα κάτω, και για να κερδίσουμε στη θέση όλων αυτών το Χριστό, ανεβασμένοι χάρη στην ταπείνωσή μας και πλουτισμένοι χάρη στη φτώχεια μας. Ή, τουλάχιστον, ας μοιραστούμε με το Χριστό τα υπάρχοντά μας, για ν’ αγιαστούν κάπως με τη σωστή κατοχή τους και την προσφορά μεριδίου τους στους φτωχούς.
Δεν θα συνέλθουμε, έστω και αργά; Δεν θα νικήσουμε την αναισθησία μας, για να μην πω την τσιγκουνιά μας; Δεν θα σκεφτούμε ως άνθρωποι; Δεν θα βάλουμε νοερά στη θέση των ξένων συμφορών τις πιθανές δικές μας;
Γιατί, στ’ αλήθεια, τίποτε από τ’ ανθρώπινα δεν είναι βέβαιο, τίποτε δεν είναι σταθερό, τίποτε δεν είναι ανεξάρτητο από άλλους παράγοντες, τίποτε δεν στηρίζεται σε αμετάβλητες προϋποθέσεις. Η ζωή μας γυρίζει σε κύκλο, έναν κύκλο που φέρνει πολλές μεταβολές, συχνά μέσα σε μια μέρα, κάποτε και μέσα σε μιαν ώρα. Πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται κανείς τον άνεμο, που κινείται ακατάπαυστα, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται τη γραμμή, που αφήνει πάνω στα νερά ένα ποντοπόρο πλοίο, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται τ’ απατηλά όνειρα μιας νύχτας, που η απόλαυσή τους κρατάει τόσο λίγο, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται όσα χαράζουν τα παιδιά πάνω στην άμμο, όταν παίζουν, παρά την ανθρώπινη ευτυχία.
Είναι, λοιπόν, συνετοί εκείνοι, που, μην έχοντας εμπιστοσύνη στα τωρινά, φροντίζουν να εξασφαλιστούν για το μέλλον. Επειδή η ανθρώπινη ευημερία είναι άστατη και μεταβλητή, αγαπούν την καλοσύνη, που δεν χάνεται, για να κερδίσουν τουλάχιστο το ένα από τα τρία: ή να μην κάνουν τίποτα το κακό, επειδή η καλοσύνη τους προκαλεί τη συμπάθεια του Θεού, ο οποίος πολλές φορές ευεργετεί στον ουρανό τους ευσεβείς για τις επίγειες αγαθοεργίες τους· ή να έχουν θάρρος ενώπιον του Θεού, επειδή κακοπάθησαν όχι για κάποια κακία, αλλά για κάποιον άλλο σκοπό· ή, τέλος, όντας φιλάνθρωποι, να απαιτούν από το Θεό σαν οφειλόμενη τη φιλανθρωπία, την οποία έδειξαν πρώτα εκείνοι στους φτωχούς, ενεργώντας έξυπνα.
«Ας μην καυχιέται ο σοφός τη σοφία του, λέει ο Κύριος, μήτε ο δυνατός για τη δύναμή του μήτε ο πλούσιος για τον πλούτο του» (Ιερ. 9:23), έστω κι αν έχουν φτάσει στο ύψιστο σημείο σοφίας, δυνάμεως ή πλούτου. Εγώ, όμως, θα προσθέσω κι εκείνα που ακολουθούν: Ας μην καυχιέται μήτε ο περίβλεπτος για τη δόξα του μήτε ο γερός για την υγεία του μήτε ο όμορφος για την ομορφιά του μήτε ο νέος για τα νιάτα του μήτε, κοντολογίς, άλλος κανένας για οτιδήποτε απ’ όσα παινεύονται στον κόσμο τούτο και προξενούν την υπερηφάνεια. Αλλά, όποιος καυχιέται, μόνο γι’ αυτό ας καυχιέται, για το ότι γνωρίζει και ζητάει το Θεό, υποφέρει μαζί μ’ εκείνους που υποφέρουν και αποθέτει τις ελπίδες του για τα καλά στο μέλλον. Γιατί τα τωρινά αγαθά είναι ρευστά και πρόσκαιρα. Συνεχώς μετακινούνται και πηγαίνουν από τον ένα στον άλλο, όπως η μπάλα στο ποδόσφαιρο. Και δεν υπάρχει τίποτα πιο σίγουρο για τον άνθρωπο που τα κατέχει, από το ότι θα τα χάσει με το χρόνο ή από το φθόνο. Απεναντίας, τα μελλοντικά αγαθά είναι σταθερά και μόνιμα. Ποτέ δεν χάνονται, ποτέ δεν πηγαίνουν από τον ένα στον άλλο, ποτέ δεν διαψεύδουν τις ελπίδες όσων τα εμπιστεύονται.
«Ποιος είναι σοφός, για να τα καταλάβει αυτά;» (Ωσ. 14:10). Ποιος θ’ αδιαφορήσει για τα εφήμερα και θα προσέξει τα μόνιμα; Ποιος θα συλλογιστεί ότι τα τωρινά θα περάσουν; Ποιος θ’ αναλογιστεί ότι τα αναμενόμενα θα μείνουν; Ποιος θα ξεχωρίσει τα πραγματικά απ’ τα φαινομενικά, για ν’ ακολουθήσει τα πρώτα και να περιφρονήσει τα δεύτερα; Ποιος θα ξεχωρίσει την επίγεια διαμονή από την επουράνια πολιτεία, την παροικία από την κατοικία, το σκοτάδι από το φως, τη λάσπη του βυθού από τα άγια χώματα, τη σάρκα από το πνεύμα, το Θεό από τον κοσμοκράτορα διάβολο, τη σκιά του θανάτου από την αιώνια ζωή; Ποιος θα εξαγοράσει με τα παρόντα το μέλλον, με τον φθαρτό πλούτο τον άφθαρτο, με τα ορατά τα αόρατα;
Μακάριος, λοιπόν, είναι εκείνος που τα διακρίνει αυτά, χωρίζει με το μαχαίρι του Λόγου το καλύτερο από το χειρότερο, ανυψώνεται με την καρδιά του, όπως λέει κάπου ο ιερός Δαβίδ (Ψαλμ. 83:6), φεύγει μ’ όλη του τη δύναμη μακριά από την κοιλάδα τούτη της οδύνης, επιδιώκει τα αγαθά που βρίσκονται στον ουρανό, σταυρώνεται για τον κόσμο μαζί με το Χριστό, ανασταίνεται μαζί με το Χριστό, ανεβαίνει στα επουράνια σκηνώματα μαζί με το Χριστό και γίνεται κληρονόμος της αληθινής ζωής, που δεν μεταβάλλεται ποτέ πια.
Ας ακολουθήσουμε το Λόγο, ας επιδιώξουμε την ουράνια απόλαυση, ας απαλλαγούμε από την επίγεια περιουσία. Ας κρατήσουμε από τα γήινα μόνο όσα είναι καλά, ας σώσουμε τις ψυχές μας με ελεημοσύνες, ας δώσουμε από τα υπάρχοντά μας στους φτωχούς, για να γίνουμε πλούσιοι σε αιώνια αγαθά. Δώσε κάτι και στην ψυχή, όχι στη σάρκα μονάχα. Δώσε κάτι και στο Θεό, όχι στον κόσμο μονάχα. Πάρε κάτι απ’ την κοιλιά και δώσ’ το στο πνεύμα. Πάρε κάτι απ’ τη φωτιά, που κατακαίει τα γήινα, και ξεμάκρυνέ το από τη φλόγα. Άρπαξε κάτι από τον τύραννο κι εμπιστέψου το στον Κύριο. Δώσε λίγο σ’ Εκείνον, που σου έχει προσφέρει το πολύ. Δώσε τα και όλα ακόμα σ’ Εκείνον, που σου τα έχει χαρίσει όλα. Ποτέ δεν θα ξεπεράσεις στη γενναιοδωρία το Θεό, έστω κι αν χαρίσεις όλα σου τα υπάρχοντα, έστω κι αν προσθέσεις σ’ αυτά και τον ίδιο σου τον εαυτό. Γιατί και του εαυτού σου η προσφορά στο Θεό ισοδυναμεί με απόκτηση. Όσα κι αν προσφέρεις, εκείνα που μένουν είναι περισσότερα. Και δεν θα δώσεις τίποτα δικό σου, γιατί όλα τα έχεις πάρει από το Θεό.
Ας μη γίνουμε, αγαπητοί μου φίλοι και αδελφοί, κακοί διαχειριστές των αγαθών που μας δόθηκαν. Ας μην κοπιάζουμε για να θησαυρίζουμε και ν’ αποταμιεύουμε, ενώ άλλοι υποφέρουν από την πείνα. Ας μιμηθούμε τον ανώτατο και κορυφαίο νόμο του Θεού, που στέλνει τη βροχή σε δικαίους και αδίκους και ανατέλλει τον ήλιο επίσης για όλους. Αυτός έκανε τη γη ευρύχωρη για όλα τα χερσαία ζώα, δημιούργησε πηγές, ποτάμια, δάση, αέρα για τα φτερωτά και νερά για τα υδρόβια, και έδωσε σ’ όλα τα όντα άφθονα τα απαραίτητα για τη ζωή τους στοιχεία, χωρίς να τα περιορίζει καμιά εξουσία, χωρίς να τα καθορίζει κανένας γραπτός νόμος, χωρίς να τα εμποδίζουν σύνορα. Και αυτά τα στοιχεία τα παρέδωσε κοινά και πλούσια, χωρίς διάκριση ή περικοπή, τιμώντας την ομοιότητα της φύσεως με την ισότητα της δωρεάς και δείχνοντας τον πλούτο της αγαθότητός Του.
Οι άνθρωποι, όμως, αφότου έβγαλαν από τη γη το χρυσάφι, το ασήμι και τα πολύτιμα πετράδια, αφότου έφτιαξαν ρούχα μαλακά και περιττά και αφότου απέκτησαν άλλα παρόμοια πράγματα, που αποτελούν αιτίες πολέμων και επαναστάσεων και τυραννικών καθεστώτων, κυριεύθηκαν από παράλογη υπεροψία. Έτσι, δεν δείχνουν ευσπλαχνία στους δυστυχισμένους συνανθρώπους τους και δεν θέλουν ούτε με τα περίσσια τους να δώσουν στους άλλους τα αναγκαία. Τι βαναυσότητα! Τι σκληρότητα! Δεν σκέφτονται, αν όχι τίποτ’ άλλο, πως η φτώχεια και ο πλούτος, η ελευθερία και η δουλεία και τ’ άλλα παρόμοια, εμφανίστηκαν στο ανθρώπινο γένος μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, σαν αρρώστιες που εκδηλώνονται μαζί με την κακία και που είναι δικές της επινοήσεις. Αρχικά, όμως, δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, λέει η Γραφή (Ματθ. 19:8), αλλά Εκείνος που έπλασε εξαρχής τον άνθρωπο, τον άφησε ελεύθερο, αυτεξούσιο – συγκρατημένο μόνο από το νόμο της εντολής – και πλούσιο μέσα στον παράδεισο της τρυφής. Αυτή την ελευθερία κι αυτόν τον πλούτο θέλησε να χαρίσει – και χάρισε – ο Θεός, μέσω του πρώτου ανθρώπου, και στο υπόλοιπο ανθρώπινο γένος. Ελευθερία και πλούτος ήταν μόνο η τήρηση της εντολής. Φτώχεια αληθινή και δουλεία ήταν η παράβασή της.
Μετά την παράβαση, λοιπόν, εμφανίστηκαν οι φθόνοι και οι φιλονικίες και η δολερή τυραννία του διαβόλου, που παρασύρει πάντα με τη λαιμαργία της ηδονής και ξεσηκώνει τους πιο τολμηρούς ενάντια στους πιο αδύνατους. Μετά την παράβαση, το ανθρώπινο γένος χωρίστηκε σε διάφορες φυλές με διάφορα ονόματα και η πλεονεξία κατακερμάτισε την ευγένεια της φύσεως, αφού πήρε και το νόμο βοηθό της.
Εσύ, όμως, να κοιτάς την αρχική ενότητα και ισότητα, όχι την τελική διαίρεση· όχι το νόμο που επικράτησε, αλλά το νόμο του Δημιουργού. Βοήθησε, όσο μπορείς, τη φύση, τίμησε την πρότερη ελευθερία, δείξε σεβασμό στον εαυτό σου, συγκάλυψε την ατιμία του γένους σου, παραστάσου στην αρρώστια, σύντρεξε στην ανάγκη.
Παρηγόρησε ο γερός τον άρρωστο, ο πλούσιος τον φτωχό, ο όρθιος τον πεσμένο, ο χαρούμενος τον λυπημένο, ο ευτυχισμένος τον δυστυχισμένο.
Δώσε κάτι στο Θεό ως δώρο ευχαριστήριο, για το ότι είσαι ένας απ’ αυτούς που μπορούν να ευεργετούν και όχι απ’ αυτούς που έχουν ανάγκη να ευεργετούνται, για το ότι δεν περιμένεις εσύ βοήθεια από τα χέρια άλλων, αλλ’ από τα δικά σου χέρια περιμένουν άλλοι βοήθεια.
Πλούτισε όχι μόνο σε περιουσία, μα και σε ευσέβεια, όχι μόνο σε χρυσάφι, μα και σε αρετή, ή καλύτερα μόνο σε αρετή.
Γίνε πιο τίμιος από τον πλησίον με την επίδειξη περισσότερης καλοσύνης. Γίνε θεός για τον δυστυχισμένο με τη μίμηση της ευσπλαχνίας του Θεού.
Δώσε κάτι, έστω και ελάχιστο, σ’ εκείνον που έχει ανάγκη. Γιατί και το ελάχιστο δεν είναι ασήμαντο για τον άνθρωπο που όλα τα στερείται, μα ούτε και για το Θεό, εφόσον είναι ανάλογο με τις δυνατότητές σου. Αντί για μεγάλη προσφορά, δώσε την προθυμία σου. Κι αν δεν έχεις τίποτα, δάκρυσε. Η ολόψυχη συμπάθεια είναι μεγάλο φάρμακο γι’ αυτόν που δυστυχεί. Η αληθινή συμπόνια ανακουφίζει πολύ από τη συμφορά.
Δεν έχει μικρότερη αξία, αδελφέ μου, ο άνθρωπος από το ζώο, που, αν χαθεί ή πέσει σε χαντάκι, σε προστάζει ο νόμος να το σηκώσεις και να το περιμαζέψεις (Δευτ. 22:1-4). Πόση ευσπλαχνία, επομένως, οφείλουμε να δείχνουμε στους συνανθρώπους μας, όταν ακόμα και με τ’ άλογα ζώα έχουμε χρέος να είμαστε πονετικοί;
«Δανείζει το Θεό όποιος ελεεί φτωχό», λέει η Γραφή (Παροιμ. 19:17). Ποιος δεν δέχεται τέτοιον οφειλέτη, που, εκτός από το δάνειο, θα δώσει και τόκους, όταν έρθει ο καιρός; Και αλλού πάλι λέει: «Με τις ελεημοσύνες και με την τιμιότητα καθαρίζονται οι αμαρτίες» (Παροιμ. 15:27α).
Ας καθαριστούμε, λοιπόν, με την ελεημοσύνη, ας πλύνουμε με το καλό βοτάνι τις βρωμιές και τους λεκέδες μας, ας γίνουμε άσπροι, άλλοι σαν το μαλλί και άλλοι σαν το χιόνι, ανάλογα με την ευσπλαχνία του ο καθένας. «Μακάριοι», λέει, «όσοι δείχνουν έλεος στους άλλους, γιατί σ’ αυτούς θα δείξει ο Θεός το έλεός Του» (Ματθ. 5:7). Το έλεος υπογραμμίζεται στους μακαρισμούς. Και αλλού: «Μακάριος είν’ εκείνος που σπλαχνίζεται τον φτωχό και τον στερημένο» (Ψαλμ. 40:2). Και: «Αγαθός άνθρωπος είν’ εκείνος που συμπονάει τους άλλους και τους δανείζει» (Ψαλμ. 111:5). Και: «Παντοτινά ελεεί και δανείζει ο δίκαιος» (Ψαλμ. 36:26). Ας αρπάξουμε το μακαρισμό, ας τον κατανοήσουμε, ας ανταποκριθούμε στην κλήση του, ας γίνουμε αγαθοί άνθρωποι. Ούτε η νύχτα να μη διακόψει τη ελεημοσύνη σου. «Μην πεις. ‘’Φύγε τώρα και έλα πάλι αύριο να σου δώσω βοήθεια’’» (Παροιμ. 3:28), γιατί μπορεί από σήμερα ως αύριο να συμβεί κάτι, που θα ματαιώσει την ευεργεσία. Η φιλανθρωπία είναι το μόνο πράγμα που δεν παίρνει αναβολή. «Μοίραζε το ψωμί σου σ’ εκείνους που δεν έχουν στέγη» (Ησ. 58:7). Και αυτά να τα κάνεις με προθυμία. «Όποιος ελεεί», λέει ο απόστολος, «ας το κάνει με ευχαρίστηση και γλυκύτητα» (Ρωμ. 12:8). Με την προθυμία, το καλό σου λογαριάζεται σαν διπλό. Η ελεημοσύνη που γίνεται με στενοχώρια ή εξαναγκασμό, είναι άχαρη και άνοστη. Να πανηγυρίζουμε πρέπει, όχι να θρηνούμε, όταν κάνουμε καλοσύνες.
Μήπως νομίζεις πως η φιλανθρωπία δεν είναι αναγκαία, αλλά προαιρετική; Μήπως νομίζεις πως δεν αποτελεί νόμο, αλλά συμβουλή και προτροπή; Πολύ θα το ‘θελα κι εγώ έτσι να είναι. Και έτσι το νόμιζα. Μα με φοβίζουν όσα λέει η Γραφή για εκείνους που, την ημέρα της Κρίσεως, ο Δίκαιος Κριτής βάζει στ’ αριστερά Του, σαν κατσίκια, και τους καταδικάζει (Ματθ. 25:31-46). Αυτοί δεν καταδικάζονται γιατί έκλεψαν ή λήστεψαν ή ασέλγησαν ή έκαναν οτιδήποτε άλλο απ’ όσα απαγορεύει ο Θεός, αλλά γιατί δεν έδειξαν φροντίδα για το Χριστό μέσω των δυστυχισμένων ανθρώπων.
Όσο είναι καιρός, λοιπόν, ας επισκεφθούμε το Χριστό, ας Τον περιποιηθούμε, ας Τον θρέψουμε, ας Τον ντύσουμε, ας Τον περιμαζέψουμε, ας Τον τιμήσουμε. Όχι μόνο με τραπέζι, όπως μερικοί, όχι μόνο με μύρα, όπως η Μαρία, όχι μόνο με τάφο, όπως ο Αριμαθαίος Ιωσήφ, όχι μόνο με ενταφιασμό, όπως ο φιλόχριστος Νικόδημος, όχι μόνο με χρυσάφι, λιβάνι και σμύρνα, όπως οι μάγοι πρωτύτερα. Μα επειδή ο Κύριος των όλων θέλει έλεος και όχι θυσία και επειδή η ευσπλαχνία είναι καλύτερη από τη θυσία μυριάδων καλοθρεμμένων αρνιών, ας Του την προσφέρουμε μέσου εκείνων που έχουν ανάγκη, μέσω εκείνων που βρίσκονται σήμερα σε δεινή θέση, για να μας υποδεχθούν στην ουράνια βασιλεία, όταν φύγουμε από τον κόσμο τούτο και πάμε κοντά στον Κύριο μας, το Χριστό, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες.
Αμήν.
(Από τη σειρά των φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.)
Τι θα κάνουμε, λοιπόν, εμείς που έχουμε τιμηθεί με το μεγάλο όνομα ‘’χριστιανοί’’ και αποτελούμε τον διαλεχτό και ξεχωριστό λαό, ο οποίος οφείλει να καταγίνεται σε καλά και σωτήρια έργα; Τι θα κάνουμε εμείς οι μαθητές του πράου και φιλάνθρωπου Ιησού, που σήκωσε τις αμαρτίες μας, ταπεινώθηκε, παίρνοντας την ανθρώπινη φύση μας, κι έγινε φτωχός, για να γίνουμε εμείς πλούσιοι με τη θεότητα; Τι θα κάνουμε, έχοντας μπροστά μας ένα τόσο μεγάλο υπόδειγμα ευσπλαχνίας και συμπάθειας; Θα παραβλέψουμε τους συνανθρώπους μας; Θα τους περιφρονήσουμε; Θα τους εγκαταλείψουμε; Κάθε άλλο, αδελφοί μου. Αυτά δεν ταιριάζουν σ’ εμάς, τους θρεμμένους από το Χριστό, τον καλό ποιμένα, που φέρνει πίσω το πλανεμένο πρόβατο και ψάχνει να βρει το χαμένο και στηρίζει το ασθενικό. Μα δεν ταιριάζουν ούτε στην ανθρώπινη φύση μας, που επιβάλλει τη συμπάθεια, αφού από την ίδια της την αδυναμία έμαθε την ευσέβεια και τη φιλανθρωπία.
Γιατί, μολαταύτα, δεν βοηθάμε τους συνανθρώπους μας, όσο είναι ακόμα καιρός; Γιατί εμείς ζούμε μέσα στην απόλαυση, ενώ οι αδελφοί μας μέσα στη δυστυχία; Ποτέ να μην πλουτίσω, αν αυτοί στερούνται! Ποτέ να μην έχω υγεία, αν δεν βάλω βάλσαμο στις πληγές τους! Ποτέ να μη χορτάσω, ποτέ να μην ντυθώ, ποτέ να μην ησυχάσω μέσα σε σπίτι, αν δεν τους δώσω ψωμί και ρούχα, όσα μπορώ, κι αν δεν τους ξεκουράσω μέσα στο σπίτι μου.
Ας τ’ αναθέσουμε όλα στο Χριστό, για να τον ακολουθήσουμε αληθινά, σηκώνοντας το σταυρό Του, για ν’ ανεβούμε στον επουράνιο κόσμο ανάλαφρα και άνετα, χωρίς τίποτα να μας τραβάει προς τα κάτω, και για να κερδίσουμε στη θέση όλων αυτών το Χριστό, ανεβασμένοι χάρη στην ταπείνωσή μας και πλουτισμένοι χάρη στη φτώχεια μας. Ή, τουλάχιστον, ας μοιραστούμε με το Χριστό τα υπάρχοντά μας, για ν’ αγιαστούν κάπως με τη σωστή κατοχή τους και την προσφορά μεριδίου τους στους φτωχούς.
Δεν θα συνέλθουμε, έστω και αργά; Δεν θα νικήσουμε την αναισθησία μας, για να μην πω την τσιγκουνιά μας; Δεν θα σκεφτούμε ως άνθρωποι; Δεν θα βάλουμε νοερά στη θέση των ξένων συμφορών τις πιθανές δικές μας;
Γιατί, στ’ αλήθεια, τίποτε από τ’ ανθρώπινα δεν είναι βέβαιο, τίποτε δεν είναι σταθερό, τίποτε δεν είναι ανεξάρτητο από άλλους παράγοντες, τίποτε δεν στηρίζεται σε αμετάβλητες προϋποθέσεις. Η ζωή μας γυρίζει σε κύκλο, έναν κύκλο που φέρνει πολλές μεταβολές, συχνά μέσα σε μια μέρα, κάποτε και μέσα σε μιαν ώρα. Πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται κανείς τον άνεμο, που κινείται ακατάπαυστα, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται τη γραμμή, που αφήνει πάνω στα νερά ένα ποντοπόρο πλοίο, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται τ’ απατηλά όνειρα μιας νύχτας, που η απόλαυσή τους κρατάει τόσο λίγο, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται όσα χαράζουν τα παιδιά πάνω στην άμμο, όταν παίζουν, παρά την ανθρώπινη ευτυχία.
Είναι, λοιπόν, συνετοί εκείνοι, που, μην έχοντας εμπιστοσύνη στα τωρινά, φροντίζουν να εξασφαλιστούν για το μέλλον. Επειδή η ανθρώπινη ευημερία είναι άστατη και μεταβλητή, αγαπούν την καλοσύνη, που δεν χάνεται, για να κερδίσουν τουλάχιστο το ένα από τα τρία: ή να μην κάνουν τίποτα το κακό, επειδή η καλοσύνη τους προκαλεί τη συμπάθεια του Θεού, ο οποίος πολλές φορές ευεργετεί στον ουρανό τους ευσεβείς για τις επίγειες αγαθοεργίες τους· ή να έχουν θάρρος ενώπιον του Θεού, επειδή κακοπάθησαν όχι για κάποια κακία, αλλά για κάποιον άλλο σκοπό· ή, τέλος, όντας φιλάνθρωποι, να απαιτούν από το Θεό σαν οφειλόμενη τη φιλανθρωπία, την οποία έδειξαν πρώτα εκείνοι στους φτωχούς, ενεργώντας έξυπνα.
«Ας μην καυχιέται ο σοφός τη σοφία του, λέει ο Κύριος, μήτε ο δυνατός για τη δύναμή του μήτε ο πλούσιος για τον πλούτο του» (Ιερ. 9:23), έστω κι αν έχουν φτάσει στο ύψιστο σημείο σοφίας, δυνάμεως ή πλούτου. Εγώ, όμως, θα προσθέσω κι εκείνα που ακολουθούν: Ας μην καυχιέται μήτε ο περίβλεπτος για τη δόξα του μήτε ο γερός για την υγεία του μήτε ο όμορφος για την ομορφιά του μήτε ο νέος για τα νιάτα του μήτε, κοντολογίς, άλλος κανένας για οτιδήποτε απ’ όσα παινεύονται στον κόσμο τούτο και προξενούν την υπερηφάνεια. Αλλά, όποιος καυχιέται, μόνο γι’ αυτό ας καυχιέται, για το ότι γνωρίζει και ζητάει το Θεό, υποφέρει μαζί μ’ εκείνους που υποφέρουν και αποθέτει τις ελπίδες του για τα καλά στο μέλλον. Γιατί τα τωρινά αγαθά είναι ρευστά και πρόσκαιρα. Συνεχώς μετακινούνται και πηγαίνουν από τον ένα στον άλλο, όπως η μπάλα στο ποδόσφαιρο. Και δεν υπάρχει τίποτα πιο σίγουρο για τον άνθρωπο που τα κατέχει, από το ότι θα τα χάσει με το χρόνο ή από το φθόνο. Απεναντίας, τα μελλοντικά αγαθά είναι σταθερά και μόνιμα. Ποτέ δεν χάνονται, ποτέ δεν πηγαίνουν από τον ένα στον άλλο, ποτέ δεν διαψεύδουν τις ελπίδες όσων τα εμπιστεύονται.
«Ποιος είναι σοφός, για να τα καταλάβει αυτά;» (Ωσ. 14:10). Ποιος θ’ αδιαφορήσει για τα εφήμερα και θα προσέξει τα μόνιμα; Ποιος θα συλλογιστεί ότι τα τωρινά θα περάσουν; Ποιος θ’ αναλογιστεί ότι τα αναμενόμενα θα μείνουν; Ποιος θα ξεχωρίσει τα πραγματικά απ’ τα φαινομενικά, για ν’ ακολουθήσει τα πρώτα και να περιφρονήσει τα δεύτερα; Ποιος θα ξεχωρίσει την επίγεια διαμονή από την επουράνια πολιτεία, την παροικία από την κατοικία, το σκοτάδι από το φως, τη λάσπη του βυθού από τα άγια χώματα, τη σάρκα από το πνεύμα, το Θεό από τον κοσμοκράτορα διάβολο, τη σκιά του θανάτου από την αιώνια ζωή; Ποιος θα εξαγοράσει με τα παρόντα το μέλλον, με τον φθαρτό πλούτο τον άφθαρτο, με τα ορατά τα αόρατα;
Μακάριος, λοιπόν, είναι εκείνος που τα διακρίνει αυτά, χωρίζει με το μαχαίρι του Λόγου το καλύτερο από το χειρότερο, ανυψώνεται με την καρδιά του, όπως λέει κάπου ο ιερός Δαβίδ (Ψαλμ. 83:6), φεύγει μ’ όλη του τη δύναμη μακριά από την κοιλάδα τούτη της οδύνης, επιδιώκει τα αγαθά που βρίσκονται στον ουρανό, σταυρώνεται για τον κόσμο μαζί με το Χριστό, ανασταίνεται μαζί με το Χριστό, ανεβαίνει στα επουράνια σκηνώματα μαζί με το Χριστό και γίνεται κληρονόμος της αληθινής ζωής, που δεν μεταβάλλεται ποτέ πια.
Ας ακολουθήσουμε το Λόγο, ας επιδιώξουμε την ουράνια απόλαυση, ας απαλλαγούμε από την επίγεια περιουσία. Ας κρατήσουμε από τα γήινα μόνο όσα είναι καλά, ας σώσουμε τις ψυχές μας με ελεημοσύνες, ας δώσουμε από τα υπάρχοντά μας στους φτωχούς, για να γίνουμε πλούσιοι σε αιώνια αγαθά. Δώσε κάτι και στην ψυχή, όχι στη σάρκα μονάχα. Δώσε κάτι και στο Θεό, όχι στον κόσμο μονάχα. Πάρε κάτι απ’ την κοιλιά και δώσ’ το στο πνεύμα. Πάρε κάτι απ’ τη φωτιά, που κατακαίει τα γήινα, και ξεμάκρυνέ το από τη φλόγα. Άρπαξε κάτι από τον τύραννο κι εμπιστέψου το στον Κύριο. Δώσε λίγο σ’ Εκείνον, που σου έχει προσφέρει το πολύ. Δώσε τα και όλα ακόμα σ’ Εκείνον, που σου τα έχει χαρίσει όλα. Ποτέ δεν θα ξεπεράσεις στη γενναιοδωρία το Θεό, έστω κι αν χαρίσεις όλα σου τα υπάρχοντα, έστω κι αν προσθέσεις σ’ αυτά και τον ίδιο σου τον εαυτό. Γιατί και του εαυτού σου η προσφορά στο Θεό ισοδυναμεί με απόκτηση. Όσα κι αν προσφέρεις, εκείνα που μένουν είναι περισσότερα. Και δεν θα δώσεις τίποτα δικό σου, γιατί όλα τα έχεις πάρει από το Θεό.
Ας μη γίνουμε, αγαπητοί μου φίλοι και αδελφοί, κακοί διαχειριστές των αγαθών που μας δόθηκαν. Ας μην κοπιάζουμε για να θησαυρίζουμε και ν’ αποταμιεύουμε, ενώ άλλοι υποφέρουν από την πείνα. Ας μιμηθούμε τον ανώτατο και κορυφαίο νόμο του Θεού, που στέλνει τη βροχή σε δικαίους και αδίκους και ανατέλλει τον ήλιο επίσης για όλους. Αυτός έκανε τη γη ευρύχωρη για όλα τα χερσαία ζώα, δημιούργησε πηγές, ποτάμια, δάση, αέρα για τα φτερωτά και νερά για τα υδρόβια, και έδωσε σ’ όλα τα όντα άφθονα τα απαραίτητα για τη ζωή τους στοιχεία, χωρίς να τα περιορίζει καμιά εξουσία, χωρίς να τα καθορίζει κανένας γραπτός νόμος, χωρίς να τα εμποδίζουν σύνορα. Και αυτά τα στοιχεία τα παρέδωσε κοινά και πλούσια, χωρίς διάκριση ή περικοπή, τιμώντας την ομοιότητα της φύσεως με την ισότητα της δωρεάς και δείχνοντας τον πλούτο της αγαθότητός Του.
Οι άνθρωποι, όμως, αφότου έβγαλαν από τη γη το χρυσάφι, το ασήμι και τα πολύτιμα πετράδια, αφότου έφτιαξαν ρούχα μαλακά και περιττά και αφότου απέκτησαν άλλα παρόμοια πράγματα, που αποτελούν αιτίες πολέμων και επαναστάσεων και τυραννικών καθεστώτων, κυριεύθηκαν από παράλογη υπεροψία. Έτσι, δεν δείχνουν ευσπλαχνία στους δυστυχισμένους συνανθρώπους τους και δεν θέλουν ούτε με τα περίσσια τους να δώσουν στους άλλους τα αναγκαία. Τι βαναυσότητα! Τι σκληρότητα! Δεν σκέφτονται, αν όχι τίποτ’ άλλο, πως η φτώχεια και ο πλούτος, η ελευθερία και η δουλεία και τ’ άλλα παρόμοια, εμφανίστηκαν στο ανθρώπινο γένος μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, σαν αρρώστιες που εκδηλώνονται μαζί με την κακία και που είναι δικές της επινοήσεις. Αρχικά, όμως, δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, λέει η Γραφή (Ματθ. 19:8), αλλά Εκείνος που έπλασε εξαρχής τον άνθρωπο, τον άφησε ελεύθερο, αυτεξούσιο – συγκρατημένο μόνο από το νόμο της εντολής – και πλούσιο μέσα στον παράδεισο της τρυφής. Αυτή την ελευθερία κι αυτόν τον πλούτο θέλησε να χαρίσει – και χάρισε – ο Θεός, μέσω του πρώτου ανθρώπου, και στο υπόλοιπο ανθρώπινο γένος. Ελευθερία και πλούτος ήταν μόνο η τήρηση της εντολής. Φτώχεια αληθινή και δουλεία ήταν η παράβασή της.
Μετά την παράβαση, λοιπόν, εμφανίστηκαν οι φθόνοι και οι φιλονικίες και η δολερή τυραννία του διαβόλου, που παρασύρει πάντα με τη λαιμαργία της ηδονής και ξεσηκώνει τους πιο τολμηρούς ενάντια στους πιο αδύνατους. Μετά την παράβαση, το ανθρώπινο γένος χωρίστηκε σε διάφορες φυλές με διάφορα ονόματα και η πλεονεξία κατακερμάτισε την ευγένεια της φύσεως, αφού πήρε και το νόμο βοηθό της.
Εσύ, όμως, να κοιτάς την αρχική ενότητα και ισότητα, όχι την τελική διαίρεση· όχι το νόμο που επικράτησε, αλλά το νόμο του Δημιουργού. Βοήθησε, όσο μπορείς, τη φύση, τίμησε την πρότερη ελευθερία, δείξε σεβασμό στον εαυτό σου, συγκάλυψε την ατιμία του γένους σου, παραστάσου στην αρρώστια, σύντρεξε στην ανάγκη.
Παρηγόρησε ο γερός τον άρρωστο, ο πλούσιος τον φτωχό, ο όρθιος τον πεσμένο, ο χαρούμενος τον λυπημένο, ο ευτυχισμένος τον δυστυχισμένο.
Δώσε κάτι στο Θεό ως δώρο ευχαριστήριο, για το ότι είσαι ένας απ’ αυτούς που μπορούν να ευεργετούν και όχι απ’ αυτούς που έχουν ανάγκη να ευεργετούνται, για το ότι δεν περιμένεις εσύ βοήθεια από τα χέρια άλλων, αλλ’ από τα δικά σου χέρια περιμένουν άλλοι βοήθεια.
Πλούτισε όχι μόνο σε περιουσία, μα και σε ευσέβεια, όχι μόνο σε χρυσάφι, μα και σε αρετή, ή καλύτερα μόνο σε αρετή.
Γίνε πιο τίμιος από τον πλησίον με την επίδειξη περισσότερης καλοσύνης. Γίνε θεός για τον δυστυχισμένο με τη μίμηση της ευσπλαχνίας του Θεού.
Δώσε κάτι, έστω και ελάχιστο, σ’ εκείνον που έχει ανάγκη. Γιατί και το ελάχιστο δεν είναι ασήμαντο για τον άνθρωπο που όλα τα στερείται, μα ούτε και για το Θεό, εφόσον είναι ανάλογο με τις δυνατότητές σου. Αντί για μεγάλη προσφορά, δώσε την προθυμία σου. Κι αν δεν έχεις τίποτα, δάκρυσε. Η ολόψυχη συμπάθεια είναι μεγάλο φάρμακο γι’ αυτόν που δυστυχεί. Η αληθινή συμπόνια ανακουφίζει πολύ από τη συμφορά.
Δεν έχει μικρότερη αξία, αδελφέ μου, ο άνθρωπος από το ζώο, που, αν χαθεί ή πέσει σε χαντάκι, σε προστάζει ο νόμος να το σηκώσεις και να το περιμαζέψεις (Δευτ. 22:1-4). Πόση ευσπλαχνία, επομένως, οφείλουμε να δείχνουμε στους συνανθρώπους μας, όταν ακόμα και με τ’ άλογα ζώα έχουμε χρέος να είμαστε πονετικοί;
«Δανείζει το Θεό όποιος ελεεί φτωχό», λέει η Γραφή (Παροιμ. 19:17). Ποιος δεν δέχεται τέτοιον οφειλέτη, που, εκτός από το δάνειο, θα δώσει και τόκους, όταν έρθει ο καιρός; Και αλλού πάλι λέει: «Με τις ελεημοσύνες και με την τιμιότητα καθαρίζονται οι αμαρτίες» (Παροιμ. 15:27α).
Ας καθαριστούμε, λοιπόν, με την ελεημοσύνη, ας πλύνουμε με το καλό βοτάνι τις βρωμιές και τους λεκέδες μας, ας γίνουμε άσπροι, άλλοι σαν το μαλλί και άλλοι σαν το χιόνι, ανάλογα με την ευσπλαχνία του ο καθένας. «Μακάριοι», λέει, «όσοι δείχνουν έλεος στους άλλους, γιατί σ’ αυτούς θα δείξει ο Θεός το έλεός Του» (Ματθ. 5:7). Το έλεος υπογραμμίζεται στους μακαρισμούς. Και αλλού: «Μακάριος είν’ εκείνος που σπλαχνίζεται τον φτωχό και τον στερημένο» (Ψαλμ. 40:2). Και: «Αγαθός άνθρωπος είν’ εκείνος που συμπονάει τους άλλους και τους δανείζει» (Ψαλμ. 111:5). Και: «Παντοτινά ελεεί και δανείζει ο δίκαιος» (Ψαλμ. 36:26). Ας αρπάξουμε το μακαρισμό, ας τον κατανοήσουμε, ας ανταποκριθούμε στην κλήση του, ας γίνουμε αγαθοί άνθρωποι. Ούτε η νύχτα να μη διακόψει τη ελεημοσύνη σου. «Μην πεις. ‘’Φύγε τώρα και έλα πάλι αύριο να σου δώσω βοήθεια’’» (Παροιμ. 3:28), γιατί μπορεί από σήμερα ως αύριο να συμβεί κάτι, που θα ματαιώσει την ευεργεσία. Η φιλανθρωπία είναι το μόνο πράγμα που δεν παίρνει αναβολή. «Μοίραζε το ψωμί σου σ’ εκείνους που δεν έχουν στέγη» (Ησ. 58:7). Και αυτά να τα κάνεις με προθυμία. «Όποιος ελεεί», λέει ο απόστολος, «ας το κάνει με ευχαρίστηση και γλυκύτητα» (Ρωμ. 12:8). Με την προθυμία, το καλό σου λογαριάζεται σαν διπλό. Η ελεημοσύνη που γίνεται με στενοχώρια ή εξαναγκασμό, είναι άχαρη και άνοστη. Να πανηγυρίζουμε πρέπει, όχι να θρηνούμε, όταν κάνουμε καλοσύνες.
Μήπως νομίζεις πως η φιλανθρωπία δεν είναι αναγκαία, αλλά προαιρετική; Μήπως νομίζεις πως δεν αποτελεί νόμο, αλλά συμβουλή και προτροπή; Πολύ θα το ‘θελα κι εγώ έτσι να είναι. Και έτσι το νόμιζα. Μα με φοβίζουν όσα λέει η Γραφή για εκείνους που, την ημέρα της Κρίσεως, ο Δίκαιος Κριτής βάζει στ’ αριστερά Του, σαν κατσίκια, και τους καταδικάζει (Ματθ. 25:31-46). Αυτοί δεν καταδικάζονται γιατί έκλεψαν ή λήστεψαν ή ασέλγησαν ή έκαναν οτιδήποτε άλλο απ’ όσα απαγορεύει ο Θεός, αλλά γιατί δεν έδειξαν φροντίδα για το Χριστό μέσω των δυστυχισμένων ανθρώπων.
Όσο είναι καιρός, λοιπόν, ας επισκεφθούμε το Χριστό, ας Τον περιποιηθούμε, ας Τον θρέψουμε, ας Τον ντύσουμε, ας Τον περιμαζέψουμε, ας Τον τιμήσουμε. Όχι μόνο με τραπέζι, όπως μερικοί, όχι μόνο με μύρα, όπως η Μαρία, όχι μόνο με τάφο, όπως ο Αριμαθαίος Ιωσήφ, όχι μόνο με ενταφιασμό, όπως ο φιλόχριστος Νικόδημος, όχι μόνο με χρυσάφι, λιβάνι και σμύρνα, όπως οι μάγοι πρωτύτερα. Μα επειδή ο Κύριος των όλων θέλει έλεος και όχι θυσία και επειδή η ευσπλαχνία είναι καλύτερη από τη θυσία μυριάδων καλοθρεμμένων αρνιών, ας Του την προσφέρουμε μέσου εκείνων που έχουν ανάγκη, μέσω εκείνων που βρίσκονται σήμερα σε δεινή θέση, για να μας υποδεχθούν στην ουράνια βασιλεία, όταν φύγουμε από τον κόσμο τούτο και πάμε κοντά στον Κύριο μας, το Χριστό, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες.
Αμήν.
(Από τη σειρά των φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.)
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΤΟ Πρώτο Μέρος
ΕτικέτεςΠατερικά Κείμενα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε για τα σχόλιά σας! Θα δημοσιευτούν ύστερα απ' την αναθεώρηση!